Συζήτηση με θέμα την Ένταξη των Προσφύγων στην Κύπρο

Λευκωσία, 13 Σεπτεμβρίου 2014 (UNHCR) – Μέσα σε μια κατάμεστη αίθουσα διεξήχθη στις 11 Σεπτεμβρίου στο Σπίτι της Ευρωπαϊκής Ένωσης ημερίδα με θέμα την Ένταξη των Προσφύγων στην Κύπρο και τη Διαχείριση της Ποικιλομορφίας. Στη συζήτηση, η οποία συνδιοργανώθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία και τις Αντιπροσωπείες στην Κύπρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι ομιλητές αναφέρθηκαν στη σημασία που έχει η ενσωμάτωση των προσφύγων στις κοινωνίες υποδοχής, τόσο για τους ίδιους τους πρόσφυγες όσο και για τις κοινωνίες υποδοχής.

Παράλληλα ωστόσο, μέσα από τη συζήτηση και τις μαρτυρίες προσφύγων, διαφάνηκε η επιτακτική ανάγκη για τη χάραξη μίας ολοκληρωμένης στρατηγικής αναφορικά με την ένταξη των προσφύγων στην Κύπρο. Πλήθος προσφύγων που παρευρέθηκαν στη συζήτηση ανέφεραν ότι επιθυμούν να κάνουν μια καινούργια αρχή στην Κύπρο μακρυά από πολέμους και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παράλληλα να προσφέρουν στη χώρα που τους έχει δώσει αυτή την ευκαιρία. Ωστόσο όπως ανέφεραν αντιμετωπίζουν μια σειρά προβλημάτων που αποτελούν τροχοπέδη στην ένταξή τους.

Σε χαιρετισμό που απηύθυνε στη συζήτηση ο Αντιπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας στην Κύπρο, Ντάμτου Ντεσσαλένιε, έστειλε το μήνυμα ότι η επιτυχής, ομαλή ένταξη συνιστά πρόκληση και κάλεσε όλους τους φορείς σε μια συλλογική αναζήτηση πρακτικών τρόπων που θα διασφαλίσουν την επιτυχή ένταξη των προσφύγων. Υπενθύμισε παράλληλα ότι «οι πρόσφυγες ναι είναι θύματα πολέμων και παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά έχουν ελπίδες και προσδοκίες για το μέλλον τους. Αν θρέψουμε αυτή την ελπίδα… αν αποδεχθούμε τους πρόσφυγες ως ισότιμα μέλη και τους δώσουμε την ευκαιρία να συμμετέχουν επί ίσοις όροις σε όλες τις πτυχές της ζωής της νέας τους κοινότητας θα καταφέρουν τελικά να συμβάλουν και να εμπλουτίσουν την κοινωνία της χώρας υποδοχής».

Ο Επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο, Γιώργος Μαρκοπουλιώτης, υπογράμμισε με τη σειρά του τη σημασία της ένταξης, αλλά και στις σημερινές προκλήσεις. Ανέφερε μεταξύ άλλων:  «Οι πρόσφυγες συχνά έχουν δεξιότητες και ικανότητες που μένουν ανεκμετάλλευτες, και τις οποίες χρειαζόμαστε. Πρέπει να εντατικοποιήσουμε τις προσπάθειες ένταξής τους» και συμπλήρωσε: « Την ίδια στιγμή όμως πρέπει να δούμε και τις προκλήσεις που υπάρχουν. Πολύς κόσμος  σήμερα αντιμετωπίζει μια δύσκολη οικονομική κατάσταση και αισθάνεται ανασφάλεια για το μέλλον του. Στο περιβάλλον αυτό η ξενοφοβία, ο λαϊκισμός και ο ρατσισμός μπορεί να βρουν γόνιμο έδαφος για να αναπτυχθούν. Πρέπει όλοι να συμβάλλουμε ώστε οι πρόσφυγες να μην γίνουν εξιλαστήρια θύματα. Και ένας από τους καλύτερους τρόπους για να αποφύγουμε αυτό το φαινόμενο είναι να τους δώσουμε τα μέσα ώστε να ενσωματωθούν επιτυχώς στις νέες τους κοινότητες.»

Παρά την ευρύτερη αποδοχή ότι δεν υπάρχει μία μόνο προσέγγιση που να οδηγεί στην επιτυχή ένταξη, υπάρχουν παραδείγματα καλών πρακτικών από χώρες με εμπειρία σε ενταξιακά προγράμματα, όπως η Σουηδία και η Γερμανία. Την εμπειρία των χωρών τους όσον αφορά σε ενταξιακά προγράμματα ανέπτυξαν σε παρουσίασή τους οι κκ Klas Gierov, Έκτακτος και Πληρεξούσιος Πρέσβης της Πρεσβεία της Σουηδίας και Peter Neven,Επιτετραμμένος της Πρεσβείας της Γερμανίας.

Ο Επικεφαλής της Μονάδας Ασύλου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ματίας Όελ, ανέφερε με τη σειρά του ότι η επιτυχής ένταξη των προσφύγων είναι βασικός πυρήνας του Κοινού ΕυρωπαΊκού Σύστήματος Ασύλου και.κάλεσε την Κύπρο να αξιοποιήσει πλήρως τους ευρωπαϊκούς πόρους ένταξης που έχουν δοθεί στην Κύπρο κάτω από το καινούργιο εξαετές πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στην Κυπριακή Δημοκρατία, διαμένουν – σύμφωνα με στοιχεία του 2013 – 454 άτομα στα οποία δόθηκε το καθεστώς του πρόσφυγα και 1,792 άτομα με καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Όλοι ζουν χρόνο με το χρόνο με την ελπίδα ότι μια μέρα θα επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Ενώ η Κυπριακή Δημοκρατία έχει κατορθώσει πολλά τα τελευταία δώδεκα χρόνια μετά την εισαγωγή του εθνικού συστήματος ασύλου, παραμένουν πολλά τα οποία πρέπει να γίνουν όσον αφορά στον τομέα της ένταξης.

Παρά το γεγονός ότι οι πρόσφυγες δικαιούνται, σύμφωνα με το νόμο τα ίδια κοινωνικο-οικονομικά δικαιώματα με τους υπηκόους, υπάρχει μια σειρά εμπόδιων που πρέπει να αντιμετωπίσουν στην προσπάθεια ένταξής τους. Αυτά κυμαίνονται από τα προβλήματα πρόσβασης στην επιδοτούμενη στέγαση, πρακτικά εμπόδια που μπορεί να δυσκολέψουν τους πρόσφυγες στο να απολαύσουν πλήρως το δικαίωμά τους στην εργασία, μέχρι τις προκλήσεις που σχετίζονται με την αναγνώριση των ακαδημαϊκών και επαγγελματικών προσόντων τους, τους περιορισμούς στην οικογενειακή επανένωση και τα αυστηρά κριτήρια για την πολιτογράφηση.