Ανοικτή επιστολή Επιτρόπου Διοικήσεως και Αντιπροσώπου της Ύ.Α.
Ανοικτή επιστολή Επιτρόπου Διοικήσεως και Αντιπροσώπου της Ύ.Α.
Ανοικτή επιστολή της Επιτρόπου Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Αντιπροσώπου της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες στην Κύπρο , σε σχέση με τη λειτουργία του Κέντρου Υποδοχής και Φιλοξενίας Αιτητών Διεθνούς Προστασίας στην Κοφίνου
Το 2016 ήταν σε παγκόσμιο επίπεδο μια χρονιά με ιδιαίτερες προκλήσεις σε τόσα πολλά μέτωπα, περιλαμβανομένης της μαζικής μετακίνησης προσφύγων και αιτούντων άσυλο προς την Ευρώπη. Μπροστά σε μια πρωτόγνωρη - για τα δεδομένα της Ευρώπης- κατάσταση, οι Κυβερνήσεις αποδείκτηκαν απροετοίμαστες ν’ανταποκριθούν ικανοποιητικά. Η Κύπρος δεν επηρεάστηκε όπως οι περισσότερες χώρες της ΕΕ, ωστόσο οι συνθήκες στο Κέντρο Υποδοχής Κοφίνου παρέμειναν, σε μεγάλο βαθμό, κάτω από τα επιθυμητά πρότυπα.
Το Κέντρο λειτουργεί από το 2004, υπό την εποπτεία της Υπηρεσίας Ασύλου, και μετά από επέκτασή του το 2014, η χωρητικότητα του αυξήθηκε από 120 σε 400 άτομα, χωρίς όμως την ανάλογη αύξηση στο προσωπικό που το στελεχώνει. Τον τελευταίο χρόνο το Κέντρο φιλοξενεί κατά κανόνα πάνω από 300 άτομα, ένα μεγάλος αριθμός από τα οποία είναι παιδιά.
Στα πλαίσια διερεύνησης καταγγελιών και της τακτικής παρακολούθησης των όσων διαδραματίζονται στο Κέντρο, έχουμε διαπιστώσει ότι, λόγω και του υπερ-τριπλασιασμού του πληθυσμού του Κέντρου, οι συνθήκες υποδοχής και διαβίωσης σταδιακά επιδεινώνονται, δημιουργώντας κινδύνους για σοβαρά προβλήματα υγείας και ασφάλειας στους διαμένοντες.
Δεδομένου τούτου, στις 12 Δεκεμβρίου, 2016 στελέχη των Οργανισμών μας έκαναν κοινή επίσκεψη στον χώρο και διαπίστωσαν/επιβεβαίωσαν την ύπαρξη πολλών λειτουργικών προβλημάτων, στα οποία οι αρμόδιες αρχές πρέπει να παρέμβουν άμεσα.
Μία από τις βασικές μας ανησυχίες είναι τα μακροχρόνια προβλήματα σχετικά με το αποχετευτικό σύστημα του Κέντρου τα οποία εξακολουθούν να υφίστανται παρά τις προσπάθειες της Υπηρεσίας Ασύλου (με αποτέλεσμα τη συχνή υπερχείλιση των λάκκων αποχέτευσης, προκαλώντας έντονη δυσοσμία στον περιβάλλοντα χώρο και κινδύνους μόλυνσης). Υπάρχουν επίσης ζημιές σε χώρους λουτρών (με αποτέλεσμα τη μη παροχή ζεστού νερού), ζημιές στις κουζίνες (σπασμένοι φούρνοι και βρύσες, εκτεθειμένα σύρματα), καθώς γενικότερα ελλιπής καθαριότητα (πεταγμένα σκουπίδια και δυσοσμία από καλάθους σκυβάλων).
Το Κέντρο δεν είναι κατάλληλο για ιδιαίτερα ευάλωτα άτομα, όπως μονήρεις γυναίκες με παιδιά, λόγω του ότι είναι σε απομακρυσμένη περιοχή, ενώ λόγω της παρατεταμένης εκκρεμότητας σε σχέση με τη διαχείριση του, παρατηρούνται ελλείψεις επαρκούς και ειδικά καταρτισμένου προσωπικού για ν’ανταποκριθεί στις ειδικές ανάγκες τέτοιων υποθέσεων. Πολύ λίγα προγράμματα υπάρχουν για την εκμάθηση της γλώσσας, τον προσανατολισμό και την δημιουργική ψυχαγωγία των διαμενόντων, ιδιαίτερα των παιδιών. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη για δραστηριότητες που θα είναι κατάλληλες σε σχέση με το φύλο και την ηλικία, σε καθημερινή βάση, ώστε ν’αμβλύνει την ανία και την απογοήτευση. Είναι ακόμα επάναγκες όπως όλα τα παιδιά σχολικής ηλικίας που διαμένουν στο κέντρο να φοιτούν σε σχολεία και να τους παρέχεται η αναγκαία στήριξη στην διαδικασία της μάθησης.
Σημειώνουμε τις φιλότιμες προσπάθειες του προσωπικού της Υπηρεσίας Ασύλου στο συντονισμό και εποπτεία της διαχείρισης και λειτουργίας του Κέντρου, που δεν εξαντλούνται σε ένα απλό υπηρεσιακό ενδιαφέρον. Παράλληλα, όμως, είναι αναγκαία η λήψη άμεσων και αποτελεσματικών μέτρων από την πολιτεία για απάμβλυνση των προβλημάτων λειτουργικότητας του Κέντρου και τη διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης, καθώς και κοινωνικής ένταξης. Κάτι τέτοιο θα συνιστά συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας για παροχή διεθνούς προστασίας και θα ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες ανάγκες του πληθυσμού του Κέντρου, ιδιαίτερα εκείνων των ομάδων που παρουσιάζουν καθεστώς ευαλωτότητας.
Καλούμε, επομένως, από κοινού, τις αρμόδιες αρχές, όπως επιληφθούν άμεσα των πιο κάτω:
- Της αντιμετώπισης του προβλήματος του υπερπληθυσμού το οποίο από μόνο του επιδεινώνει τις συνθήκες ασφάλειας και υγιεινής στο Κέντρο σε όλα τα επίπεδα. Η παροχή των υλικών συνθηκών υποδοχής εκτός του Κέντρου στις ευάλωτες ομάδες και σε άτομα που συμπλήρωσαν ένα ορισμένο χρόνο διαμονής στο Κέντρο (π.χ. έξι μήνες), θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πρώτο βήμα για απάμβλυνση σε γενικότερο επίπεδο των προβλημάτων που παρατηρούνται. Απαραίτητη εν προκειμένω είναι η στήριξη των υπηρεσιών κοινωνικής ευημερίας, η οποία πρέπει να επεκταθεί και να καλύψει τις ανάγκες ολόκληρου του πληθυσμού του κέντρου.
- Την προώθηση διαδικασιών για διαχείριση της λειτουργίας του Κέντρου σε πιο μόνιμη βάση και από κατάλληλο προσωπικό. Η παρατεταμένη καθυστέρηση που σημειώνεται στην ανάθεση της συνολικής διαχείρισης του Κέντρου σε ιδιωτικό φορέα, η οποία δεν προβλέπεται να λήξει σύντομα, δεν βοηθά στην επίλυση των επειγόντων, σοβαρών και σύνθετων προβλημάτων που παρουσιάζονται.
- Την εξασφάλιση από το κράτος ενός σταθερού και μόνιμου προϋπολογισμού που να διασφαλίζει, ανά πάσα στιγμή, τη σωστή και συνεχή λειτουργία του Κέντρου και να καλύπτει οποιεσδήποτε έκτακτες ανάγκες προκύπτουν, παρακάμπτοντας χρονοβόρες διαδικασίες. (π.χ. τη συντήρηση και επιδιόρθωση υφιστάμενων υποδομών υποδοχής ή την αγορά επιπρόσθετων υπηρεσιών καθαρισμού).
- Δεδομένου ότι ο πληθυσμός του Κέντρου αποτελείται από άτομα που προέρχονται από διαφορετικό εθνικό, πολιτιστικό και κοινωνικό υπόβαθρο, θα πρέπει να εγκαθιδρυθούν μηχανισμοί που να εξασφαλίζουν συνθήκες ομαλής λειτουργίας και εξομάλυνσης των εντάσεων μεταξύ των διαμενόντων.
- Οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού στο Κέντρο (όπως: οι ανήλικοι, τα πρόσωπα με ειδικές ανάγκες, οι ηλικιωμένοι, οι εγκυμονούσες, οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα παιδιά, τα θύματα εμπορίας προσώπων, τα πρόσωπα με σοβαρές ασθένειες ή διαταραχές και τα άτομα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές βίας), θα πρέπει να αναγνωρίζονται έγκαιρα από τους αρμόδιους λειτουργούς και να τυγχάνουν – όπως εξάλλου προβλέπει ο Νόμος - της ειδικότερης, άμεσης και αποτελεσματικής στήριξης που χρειάζονται. Αναγκαία, για το σκοπό αυτό, είναι η εμπλοκή των υπηρεσιών ευημερίας και η παρουσία επί τόπου ομάδας ψυχολογικής στήριξης.
- Τη διασφάλιση της ελεύθερης και συχνής πρόσβασης των διαμενόντων σε αστικές περιοχές. Το γεγονός ότι το Κέντρο βρίσκεται σε απομονωμένη περιοχή, περιπλέκει την καθημερινή τους ζωή και δυσκολεύει την πρόσβαση σε εργασία και βασικές δημόσιες υπηρεσίες. Επιτείνει έτσι την αίσθηση απομόνωσης και δυσχεραίνει την ικανότητα των διαμενόντων να ανεξαρτητοποιηθούν και να ενταχθούν στην κοινωνία. Η διάθεση δωρεάν ή επιδοτούμενων εισιτηρίων για χρήση των αστικών λεωφορείων θα απάμβλυνε εν μέρει το πρόβλημα.
- Τη θέσπιση Κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας του Κέντρου, το οποίο να καθοδηγεί τις ενέργειες του προσωπικού τόσο της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Κέντρου. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εμπλέκει τους διαμένοντες και να προβλέπει διαβουλεύσεις μαζί τους, κυρίως σε θέματα που άπτονται θέματα ασφάλειας και υγείας στο Κέντρο.
- Τη διασφάλιση, από το Υπουργείο Παιδείας, της έγκαιρης πρόσβασης όλων των παιδιών που διαμένουν στο Κέντρο στην δημόσια εκπαίδευση και την εγγραφή τους σε κοντινά σχολεία, καθώς και την προσαρμογή τους σχολικό περιβάλλον.
Παρόμοιες εισηγήσεις για βελτίωση των συνθηκών υποδοχής στο Κέντρο αναφέρονται και στην πρόσφατη έκθεση της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα.
Είμαστε στη διάθεση των εμπλεκόμενων αρχών για να συζητήσουμε τα προβλήματα που διαπιστώνονται και να βοηθήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων μας.
Ελίζα Σαββίδου, Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Εθνική Ανεξάρτητη Αρχή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων)
Damtew Dessalegne, Επικεφαλής Αντιπροσωπείας της Υπάτης Αρμοστείας Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες στην Κύπρο